Ἐν Πειραιεῖ 16-4-2016
ΠΑΠΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΗ ΦΙΛΑΡΧΙΑ
Πρωτοπρεσβ. π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος
ἐφημ. Ἱ. Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς Νέας Καλλιπόλεως Πειραιῶς
Ὁ Χριστός, ἀγαπητοί μου, ἀνεβαίνει γιά τελευταία φορά στά Ἱεροσόλυμα.
Προλέγει
στούς μαθητές Του τί θ’ἀκολουθήσει, γιά νά μή βρεθοῦν ἀπροετοίμαστοι.
Οἱ μαθητές, ὅμως, ἀλλοῦ ἔχουν τό νοῦ τους. Νομίζουν ὅτι ὁ Χριστός
θ’ἀναγορευθεῖ ἐπίγειος βασιλιάς. Δύο μάλιστα ἀπ’αὐτούς, ὁ Ἰάκωβος καί ὁ
Ἰωάννης, Τόν πλησιάζουν καί Τοῦ ζητοῦν νά τούς δώσει τίς πρῶτες θέσεις
δίπλα Του. Οἱ μαθητές νόμισαν πώς ὁ Χριστός ἦλθε, γιά νά γκρεμίσει τά
παλάτια, τούς βασιλεῖς καί τούς ἄρχοντες, ὅτι θά κυριαρχήσει στόν κόσμο
καί ὅτι θά εἶναι σάν τούς παλαιούς αὐτοκράτορες, θά’χει σπαθιά,
σπιρούνια κλπ. Ἔβαλαν μάλιστα καί τήν μητέρα τους πρέσβειρα στόν Χριστό
καί ζήτησαν νά καθίσουν δεξιά καί ἀριστερά στόν θρόνο Του. Ζητοῦσαν – νά
τό ποῦμε μέ σύγχρονη ὀρολογία – ὑπουργιλίκια.
Καί ὁ Χριστός τί τούς ἀπάντησε; «Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε»[1],
δηλ. δέν ξέρετε τί ζητᾶτε. Νά ζητᾶτε ὄχι πρωτοκαθεδρίες, ἀλλά τήν
τελευταία θέση˙ ὄχι ἐξουσίες, ἀλλά διακονία˙ ὄχι δόξες, ἀλλά ταπείνωση. Ὁ
θρόνος μου δέν εἶναι ἐδῶ στή γῆ, εἶναι ἐπάνω στά οὐράνια. Στήν Οὐράνια
Βασιλεία δέν θά κυβερνοῦν ἄρχοντες αὐτοῦ τοῦ κόσμου, πού γκρεμίζουν,
σφάζουν καί αἱματοκυλοῦν τήν ἀνθρωπότητα. Πάνω στόν θρόνο θά εἶναι καί
θά κυβερνᾶ τό ἑσφαγμένο ἀρνίο[2].
Τό ποιοί θά καθίσουν δεξιά καί ἀριστερά νά μήν σᾶς ἐνδιαφέρει. Κάτω ἐδῶ
στή γῆ, δεξιά μου θά δεῖτε σύντομα ἕνα ληστή μετανοημένο, πού θά πεῖ τό
«Μνήσθητί μου Κύριε ἐν τῇ βασιλείᾳ σου»[3],
καί ἀριστερά ἕναν ἄλλο ληστή, πού θά μέ βλασφημήσει. Πάνω στόν οὐρανό
τό ποιός θά καθίσει δεξιά καί ἀριστερά, ἄλλος θά τό ὁρίσει. Ἐσεῖς
κοιτάξτε νά ἐργάζεστε ταπεινά, χωρίς φιλοδοξίες. Αὐτή εἶναι ἡ δουλειά
σας.
Ὅταν,
λοιπόν, ὁ Χριστός εἶδε ὅτι οἱ ὑπόλοιποι δέκα μαθητές ἀγανάκτησαν
γι’αὐτό τό «ρουσφέτι» – θά λέγαμε – πού ζητοῦσαν οἱ δύο μαθητές, τούς
κάλεσε ὅλους καί τούς δώδεκα καί τούς εἶπε : «Οἴδατε ὅτι οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν». Ἄς προσέξουμε ἐδῶ τήν φράση τοῦ Κυρίου «οἱ δοκοῦντες ἄρχειν»,
δηλ. αὐτοί πού νομίζουν ὅτι εἶναι ἄρχοντες καί ἡγεμόνες, βασιλεῖς καί
κυβερνῆτες, πρωθυπουργοί καί πρόεδροι. Πάνω ἀπ’ὅλους πραγματικός ἄρχων
εἶναι ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός. Ἀπο’κεῖ ἀντλοῦν ὅλοι τήν ἐξουσία. Ὅμως,
δέν τό γνωρίζουν καί δέν τό ἀποδέχονται καί νομίζουν πώς αὐτοί εἶναι οἱ
ἀρχηγοί καί πώς αὐτοί κατευθύνουν τήν πορεία τοῦ κόσμου καί τῆς
ἱστορίας. Αὐτοί, λοιπόν, πού νομίζουν ὅτι εἶναι ἄρχηγοί τῶν ἐθνῶν,
ἀσκοῦν κυριαρχία καί βία πάνω στά ἔθνη. «Καί οἱ μεγάλοι κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν», καί οἱ κατά κόσμον μεγάλοι ἀσκοῦν ἐξουσία πάνω στά ἔθνη. «Οὐχ οὕτω δέ ἔσται ἐν ὑμῖν». Ἀλλά,
σ’ἐσᾶς τούς μαθητές μου καί γενικά στούς χριστιανούς δέν πρέπει νά
γίνεται ἔτσι. Κατά κάποιο τρόπο, ὁ Χριστός ἐπέπληξε πλαγίως τούς δύο
μαθητές, πού ζητοῦσαν προνόμια καί ἐξουσίες καί νά προηγοῦνται τῶν
ἄλλων, ἐνώπιον ὅλων τῶν μαθητῶν. «Ἀλλ’ ὅς ἐάν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος, καί ὅς ἐάν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος».
Ἐδῶ ἔχουμε τήν ἀνατροπή τῶν ἀξιῶν τῆς ζωῆς. Ὅποιος θέλει νά εἶναι
μέγας, νά εἶναι διάκονος, καί ὅποιος θέλει νά εἶναι πρῶτος, νά εἶναι
δοῦλος ὅλων. Μᾶς διδάσκει ἐδῶ ὁ Χριστός τήν ἀρετή τῆς ταπεινώσεως καί
τῆς ἀφανείας. Καί φέρνει σάν παράδειγμα τόν ἴδιο Του τόν Ἑαυτό : «Καί γάρ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλά διακονῆσαι».
Δέν βλέπετε ἐμένα, πού μοῦ ζητᾶτε ἀξιώματα, δόξες καί τιμές; Ἐγῶ δέν
ἦρθα στή γῆ, γιά νά διακονηθῶ καί ν’ ἀπολαύσω ἀρχές καί ἐξουσίες, ἀλλά
θέλησα νά σᾶς δώσω παράδειγμα ταπεινώσεως καί διακονίας. «Καί δοῦναι τήν ψυχήν αὐτοῦ λύτρον ἀντί πολλῶν»[4],
καί νά δώσω ἀκόμα καί τή ζωή μου ὡς λύτρο καί ἀντάλλαγμα, γιά νά
ἐλευθερωθοῦν πολλοί ἀπό τόν διάβολο, τήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο.
Μέ τά παραπάνω, ὁ Κύριος μᾶς διδάσκει ὅτι πρέπει ν’ ἀποφεύγουμε τό μεγάλο πάθος τῆς φιλαρχίας.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, θρηνώντας γιὰ τὰ δεινὰ τῶν
ἐκκλησιαστικῶν διαιρέσεων, κήρυττε ὅτι ἡ κυριότερη αἰτία τους εἶνε ἡ
φιλαρχία. «Οὐδὲν οὕτως Ἐκκλησίαν δυνήσεται διαιρεῖν, ὡς φιλαρχία. Οὐδὲν οὕτω παροξύνει τὸν Θεὸν, ὡς τὸ Ἐκκλησίαν διαιρεθῆναι»[5],δηλ.
τίποτα δέν μπορεῖ νά διαιρέσει ἔτσι τήν Ἐκκλησία, ὅπως ἡ φιλαρχία.
Τίποτε δέν παροξύνει τόσο τόν Θεό, ὅπως τό νά διαιρεθεῖ ἡ Ἐκκλησία.
Σύμφωνα μέ τόν Σεβ. Μητρ. πρώην Φλωρίνης κυρό Αὐγουστῖνο Καντιώτη[6],
ἐνσάρκωση τῆς φιλαρχίας εἶναι ὁ ἐπάρατος Παπισμός, κατὰ τὸν ὁποῖο ὄχι ἡ
ἐνεργή πίστη, ἀλλά ἡ τυφλὴ ὑπακοὴ στὸν «Πάπα», καὶ ἐὰν ἀκόμη αὐτός
διατάσσει ἀντίθετα πρὸς τὸ γνήσιο πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου, συνιστᾶται ὡς
τὸ ἰδεῶδες, ὡς ἡ ὑψίστη ἀρετή. Ὁ «Πάπας» εἴδωλο, ὁ «Πάπας» Θεός! Λαοὶ
καὶ ἔθνη «αὐτοῦ καὶ μόνον ἀκούετε». Καὶ ὄχι μόνο ἡ ἀξίωση νὰ
ὑποταχθεῖ ὅλος ὁ χριστιανικὸς κόσμος σ’ ἕνα καὶ μόνο ἄνθρωπο, πού εἶναι
περιβεβλημένος μὲ ἀπολυταρχικὴ ἐξουσία ἐπὶ τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων,
εἶναι ἀξίωση ἀντιχριστιανική, ἀλλὰ καὶ τὰ μέσα, τὰ ὁποῖα μεταχειρίζεται
ἀνέκαθεν ὁ Παπισμὸς γιά τήν ἐπικράτησή του στόν κόσμο, εἶναι κι αὐτὰ
ἀντιχριστιανικά. Πρόχειρη ἀπόδειξη ἔχουμε ἐμεῖς ἐδῶ στήν Ἑλλάδα τὸν
Οὐνιτισμό, πού εἶναι Δούρειος ἵππος καί σατανικὸ μηχάνημα τοῦ Παπισμοῦ
μέ σκοπό τήν ἐκπόρθηση τῶν ψυχῶν τῶν Ὀρθοδόξων. Προσφάτως ὁ αἱρεσιάρχης
«Πάπας» κ. Φραγκῖσκος «προσέλαβε» ἕναν Ἰσπανό Βενεδικτῖνο καλόγηρο, τόν
κ. Μανουέλ Νίν, τόν ἔντυσε μέ Ὀρθόδοξα Ἀρχιερατικά Ἄμφια καί τόν
ἐνθρόνισε στήν ὁδό Ἀχαρνῶν, μέσα στά κανονικά ὅρια τῆς Ἱερᾶς
Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν ὡς Οὐνίτη Ἑλληνόρυθμο Ἐπίσκοπο τῆς ἀνύπαρκτης
Ἑλληνικῆς Οὐνιτικῆς κοινότητας[7].
Ὁ
Παπισμὸς εἶναι ἀπεριφράστως ἡ ἀνατροπὴ θεμελιωδῶν νόμων τῆς Ἐκκλησίας,
τοῦ γνησίου χριστιανισμοῦ. Σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή ρίζα, κεφαλή καί
θεμέλιο, πάνω στό ὁποῖο στηρίζεται ὁλόκληρο τὸ χριστιανικὸ οἰκοδόμημα,
εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Λυτρωτής, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Αὐτὸς εἶναι
τὸ «Α» καὶ τό «Ω» τῆς πίστεώς μας, τῆς ἐλπίδας καὶ τῆς ἀγάπης. Αὐτὸς
εἶναι ὁ Ἀρχηγός. Ἡ φωνή τοῦ Πατρός, πού ἀκούστηκε ἀπό τόν οὐρανό στόν
Ἰορδάνη καὶ στό ὄρος Θαβὼρ, Αὐτὸν ἐγκαθίδρυε στήν Ἐκκλησία ὡς ἀρχηγὸ
αἰώνιο. «Οὖτος ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητὸς, ἐν ὦ ηὐδόκησα˙ αὐτοῦ ἀκούετε»[8].Ἡ
πίστη στόν Χριστὸ, ἡ ἐνεργή πίστη, πού ἐκδηλώνεται μέ τήν ἀπόλυτη
ὑπακοή στίς ἐντολές Του καὶ τίς ἐλάχιστες ἀκόμη, εἶναι νόμος θεμελιώδης
τῆς Ἐκκλησίας. Χωρίς αὐτή τήν πίστη, δὲν νοεῖται Ἐκκλησία.
Παραλλήλως,
ἐπίσημος καί θεμελιώδης νόμος στήν Ἐκκλησία, τὴν ὁποία ἵδρυσε ὁ
Θεάνθρωπος Κύριος, εἶναι ὅτι ὅσες φορές μεταξὺ τῶν πιστῶν παρουσιάζονται
σοβαρές διαφωνίες σχετικά μέ τήν πίστη, τήν πράξη καὶ τή λατρεία, οἱ
διαφωνίες αὐτές νά μή λύνονται ἀπό ἕνα μόνο μέλος τῆς Ἐκκλησίας,
ὁποιαδήποτε ἐπίσημη θέση, ἁγιότητα καὶ σοφία κι ἄν κατέχη, ἀλλὰ ἀπὸ τό
σύνολο, ἀπὸ τήν Ἐκκλησία, πού συνέρχεται καὶ συσκέπτεται ἐν Ἁγίῳ
Πνεύματι σέ Σύνοδο[9].
Καί
τούς δύο αὐτοὺς θεμελιώδεις νόμους, οἱ ὁποῖοι ἀφοροῦν τὴν πίστη καί τήν
διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας, ἀνέτρεψε ὁ Παπισμός. Στήν Ἐκκλησία ἀρχηγὸς ὁ
«Πάπας». Στήν Ἐκκλησία τὸ ἀλάνθαστο ἔχει ὁ «Πάπας». Στήν Ἐκκλησία ὁ
«Πάπας» τὸ πᾶν. Ὁ «Πάπας», καταδιωκόμενος ἀπὸ τό δαιμόνιο τῆς ἑωσφορικῆς
ὑπερηφανείας, σφετερίσθηκε ὅλες τίς ἐξουσίες, ἔστησε τὸν θρόνο του
ὑπεράνω τῶν νεφελῶν, ἄνοιξε τὸ στόμα του καί, ὡς ἄλλος Ναβουχοδονόσορ,
εἶπε : «Ἔθνη καὶ λαοὶ μὲ βλέπετε; Πέστε καὶ προσκυνήστε με. Ὑπεράνω
λαϊκῶν, μοναχῶν, διακόνων, ἐπισκόπων, μητροπολιτῶν, ἀρχιεπισκόπων,
πατριαρχῶν, τοπικῶν καὶ αὐτῶν ἀκόμη τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, «θείω
δικαίω» εἶμαι ἐγώ. Ὅταν βρίσκομαι ἐπὶ τῆς καθέδρας μου καὶ μιλῶ, μιλῶ ἐν
Πνεύματι Ἁγίῳ καὶ οἱ ἀποφάσεις μου εἶναι ἀλάνθαστες. Εἶμαι ὁ μοναδικὸς
τοποτηρητὴς τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς. Οἱ πιστοὶ σ’ ἐμὲνα στρατιῶτες
κηρύττουν σ’ὅλο τὸν κόσμο τὸ σύνθημα : «Ὅπως ὑπάρχει ἕνας Θεός, ἕνας
ἥλιος τὴν ἡμέρα, μία σελήνη τὴν νύκτα, ἔτσι ὁ Θεὸς ἔδωσε στὴν Ἐκκλησία
μόνον ἕναν ἄρχοντα, τὸν Πάπα». Ἀλλά, σ’ἐμὲνα ὄχι μόνο οἱ
ἐκκλησιαστικοὶ, ἀλλὰ καὶ οἱ πολιτικοὶ ἄρχοντες ὀφείλουν νὰ ὑπακοῦν σέ
ὅλα. Τά δύο μαχαίρια, πού ἀναφέρει τό Εὐαγγέλιο[10],
συμβολίζουν τὴν πνευματικὴ καὶ τὴν κοσμικὴ ἐξουσία. Καὶ τά δύο αὐτά
μαχαίρια πρέπει νὰ κρατῶ καὶ νὰ διαχειρίζωμαι ἐγώ. Ἀπό’ μένα πηγάζει
κάθε ἐξουσία. Ἀλλοίμονο, ὅμως, σ’αὐτόν, πού ἀντιτάσσεται στίς θελήσεις
μου»… Οἱ Πάπες, ἐὰν εἶχαν ἕνα καὶ μόνο κόκκο πραγματικῆς εὐσεβείας,
θὰ ἔπρεπε νὰ ντρέπονται, ἐπειδή προβάλλουν τέτοιες μωρές καὶ
ἀντιχριστιανικές ἀξιώσεις, καὶ τὸ χείριστο, ἐπειδή ἀγωνίζονται γιὰ τὴν
ἐπιβολὴ τους στό σύνολο τῆς Χριστιανοσύνης.
Οἱ Ὀρθόδοξοι, ἀκούγοντας καὶ βλέποντας αὐτά, πού ἐνεργοῦνται ἀπὸ τόν Παπισμό, θυμόμαστε τήν Ἀποκάλυψη τοῦ Εὐ. Ἰωάννου : «Καὶ εἶδον ἄλλο θηρίον ἀναβαῖνον ἐκ τῆς γῆς καὶ εἶχε κέρατα δύο ὅμοια ἀρνίω, καὶ ἐλάλει ὡς δράκων»[11].
Ὁ Παπισμὸς φαίνεται ὡς ἀρνίο, ἀλλά εἶναι θηρίο δικέρατο. Καί ὁ νῦν
«Πάπας» κ. Φραγκῖσκος προβάλλεται ὡς ὁ «Πάπας» τῶν πτωχῶν καί τῶν
ἀδυνάτων καί ὅτι θέλει μιά Ἐκκλησία γιά τούς πτωχούς καί τούς ἀδυνάτους,
ἀλλά εἶναι ἀκριβῶς τό ἀντίθετο[12].
Τὴν
ἴδια πλάνη τοῦ «Πάπα» περί παγκοσμίου πρωτείου ἐξουσίας καί ἀλαθήτου
φαίνεται νὰ διακινδυνεύουν σήμερα καὶ οἱ Οἰκουμενιστές τοῦ Φαναρίου, οἱ
ὁποῖοι ἐζήλωσαν ἐξουσία ἐπὶ τῆς γῆς. Οἱ Οἰκουμενιστές σήμερα ἀποδέχονται
τήν ἱερότητα τοῦ πρωτείου τοῦ «Πάπα» καί ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀνάγκη τό
παπικό πρωτεῖο[13]. Ἀναγνωρίζουν τόν αἱρεσιάρχη «Πάπα» ὡς καθολική κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας μέ ἀποστολή διακονίας[14].
Προσπαθοῦν νά συνδέσουν καί νά ἐπιτύχουν τήν ἄμικτη μίξη μεταξύ τοῦ
παπικοῦ πρωτείου ἐξουσίας καί τῆς ὀρθόδοξης συνοδικότητας. Καί τό
χειρότερο εἶναι ὅτι, ἀπαρνούμενοι τήν ἰσότητα τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας
Τριάδος, πιστεύουν ὅτι ὁ ἑκάστοτε Οἰκουμενικός Πατριάρχης εἶναι πρῶτος
ἄνευ ἴσου, δηλ. Πάπας τῆς Ἀνατολῆς[15].
Ἀγαπητοί
μου ἀδελφοί! Ἐναντίον αὐτῆς τῆς μοναρχικῆς, τῆς ἀπολυταρχικῆς ἐξουσίας,
τῆς ἀντιχριστιανικῆς ἀξιώσεως τοῦ «Πάπα» καί τῶν Οἰκουμενιστῶν
ἐξανίσταται ἡ Ὀρθόδοξη συνείδηση. Ἐναντίον τῶν ὑπερφιάλων σχεδίων τῆς
Ρώμης καί τοῦ Φαναρίου ἀγωνίσθηκαν οἱ ἅγιοι πατέρες μας καί ἀγωνίζονται
καί οἱ σημερινοί πατέρες μας, «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατρᾶσι», καὶ
διέσωσαν καί διασώζουν ἀκόμη τὴν ἀνεξαρτησία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ
ὁποία εἶναι τὸ πάμφωτο πλοῖο, ἡ ἀληθὴς κιβωτὸς τοῦ εὐσεβοῦς μας Ἔθνους,
κατὰ τίς ζοφερότατες αὐτές ἡμέρες τῆς ἱστορίας του. Στήν Ἐκκλησία
ὑπάρχει τὸ γνήσιο, τὸ ἀκίβδηλο, τὸ ἀκριβές, τὸ ἀπαραχάρακτο, ἡ ἀνώτερη
ἀντίληψη, ἡ ἐναργέστερη σύλληψη καὶ ἐκφορὰ τῶν ἀθανάτων ἰδεῶν τοῦ
χριστιανισμοῦ. Ὁ Παπισμὸς ὡς διοίκηση εἶναι καρκίνωμα. Ὡς ἰδέα εἶναι ἕνα
ψεῦδος, ἕνας μῦθος, ποὺ ἔπλασε ἡ ἀμάθεια καὶ ἀρχομανία τῶν
ἐκκλησιαστικῶν ἀρχόντων τῆς Ρώμης. Καὶ τέτοια ψεύδη καὶ εἴδωλα ἡ
Ὀρθόδοξη Ἑλλὰδα δὲν πρέπει νά προσκυνήσει ποτέ. Διότι, ἀκούει τὴν
σάλπιγγα τοῦ Ἀπ. Παῦλου : «Ἠγοράσθητε τιμῆς˙ μὴ γίνεσθε δοῦλοι ἀνθρώπων»[16].Οἱ
Παπολάτρες καί Παπόφιλοι τοῦ Φαναρίου καί τῆς Ἑλλάδας, ὅπως ὁ
Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος καί ὁ Μακ. Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν
καί πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμος Β΄, οἱ ὁποῖοι, μέ τήν συνεργασία τῆς
ἀθεϊστικῆς πολιτικῆς ἐξουσίας, παρανόμως, ἀντικανονικῶς καί
ἀντισυνοδικῶς ἔφεραν αὐτές τίς ἡμέρες γιά δεύτερη φορά τόν αἱρεσιάρχη
«Πάπα» στήν ἁγιοτόκο καί ἠρωοτόκο Ἑλλάδα, καί δή στό ἡγιασμένο νησί τῆς
Λέσβου τῆς Παναγίας Ἁγιάσου, τοῦ Ταξιάρχη καί τῶν ἀντιπαπικῶν ἁγίων
Ραφαήλ, Νικολάου καί Εἰρήνης, κακῶς ἐκτιμοῦν τὴν κατάσταση καὶ νομίζουν,
προφασιζόμενοι τό προσφυγικό πρόβλημα, ὅτι ἐπέστη ἡ στιγμή τῆς
ψευδενώσεως μέ τόν «Πάπα» καί τούς ἀλλοθρήσκους.
Βαδίζοντας,
λοιπόν, ἀγαπητοί μου, πρός τό ἐκούσιο καί Ἄχραντο Πάθος τοῦ Χριστοῦ, ἡ
σημερινή εὐαγγελική περικοπή μᾶς ὑποδεικνύει δύο πρότυπα ζωῆς. Ἀπό τή
μιά μεριά τό πρότυπο τῆς δυνάμεως, τῆς ἐξουσίας καί τῆς κυριαρχίας, τό
ὁποῖο σαγηνεύει ὅλους τούς ἀνθρώπους. Καί ἀπό τήν ἄλλη πλευρά τό πρότυπο
καί ὁ δρόμος τῆς ταπεινώσεως, τῆς θυσίας, τοῦ Σταυροῦ καί τοῦ θανάτου.
Μέ ἄλλα λόγια, ὑπάρχει ὁ δρόμος τοῦ κοσμικά πανίσχυρου αἱρεσιάρχη «Πάπα»
καί τῶν παναιρετικῶν Οἰκουμενιστῶν˙ ὁ δρόμος τοῦ κοσμικοῦ κράτους τοῦ
«Πάπα» καί τῶν Οἰκουμενιστῶν, οἱ ὁποῖοι ἔχουν συνασπισθεῖ μέ τούς
ἰσχυρούς τῆς γῆς. Ἀλλά, ὑπάρχει καί ὁ δρόμος τῆς ταπεινῆς καί
ἑσταυρωμένης Ὀρθοδοξίας, τήν ὁποία ἀκόμη καί σήμερα σταυρώνουν ὁ
«Πάπας», οἱ Οἰκουμενιστές καί οἱ ἰσχυροί καί δυνατοί τῆς γῆς. Πάντως, «οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν»,
αὐτοί, πού νομίζουν ὅτι ἄρχουν τῶν ἐθνῶν, δέν θά εἶναι στό τέλος
νικητές. Νικητής θά εἶναι ὁ πρᾶος, ταπεινός, γλυκύς καί Ἑσταυρωμένος
Ἰησοῦς καί ὅλοι ὅσοι θ’ἀκολουθήσουν τήν ζωή Του, πού εἶναι ζωή
ταπεινώσεως, ἀφανείας, ἀποκρύψεως, ἀγάπης, συγγνώμης, ἀλλά καί
ὁμολογίας. Μακάρι μαζί μ’αὐτούς νά εἴμαστε κι ἐμεῖς. Ἀμήν!
[1] Μἀρκ. 10, 38.
[2] Ἀποκ. 5, 6, 12 καί 13, 8.
[3] Λουκ. 23, 42.
[4] Μάρκ. 10, 42-45.
[5] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, 11η ὁμιλία εἰς τήν πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολή, ΕΠΕ 41, ἐκδ. Γρηγόριοςὁ Παλαμᾶς, Θεσ/κη 1979, σ. 706, στίχοι 6-8.
[6]
ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΡΩΗΝ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΚΥΡΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ, «Κονκορδάτον;
«Ἀδελφοί, τιμῆς ἠγοράσθητε˙ μή γίνεσθε δοῦλοι ἀνθρώπων» (Ἀπ. Παῦλος Α΄
Κοριν. 7, 23)», ἐν Χριστιανική Σπίθα, ἔτος ΙΒ΄, Κοζάνη, Αὔγουστος 1956, ἀριθμ. φύλλου 186, http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=41827#more-41827 καί τοῦ ἰδίου, Πνευματικά Σαλπίσματα Ὀρθοδόξου Ζωῆς καί Ὀμολογίας (ἐπιτομή ἄρθρων καί κηρυγμάτων), ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 2008, σσ. 47-51.
[7] Ἀκατανόητοι ἐλιγμοί τῆς Ρώμης 2-2-2016, http://www.romfea.gr/epikairotita-xronika/6300-akatanoitoi-eligmoi-tis-romis
[8] Ματθ. 3, 17 καί 17, 5.
[9] Ματθ. 18, 12.
[10] Λουκ. 22, 38.
[11] Ἀποκ. 13, 11.
[12] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΔΡΥÏΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΠΩΓΩΝΙΑΝΗΣ ΚΑΙ ΚΟΝΙΤΣΗΣ κ. ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΙ ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ἐπιστολή πρός τόν Πάπα 14-4-2014, http://imp.gr/images/Epikairothta_2014/PAPAS%20EPISTOLH%20ellhnika.pdf
[13]«Βαρύταται κατηγορίαι ἐπί αἱρέσει ἐναντίον τοῦ φιλοπαπικοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Περγάμου», Ὀρθόδοξος Τύπος (13-4-2012) 1,7
καί Bose Ἰταλίας, Ὀρθόδοξος Τύπος (16-7-1999) καί Ὀρθόδοξος
Χριστιανικός Ἀγωνιστικός Σύλλογος «ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ» καί
Φιλορθόδοξος Ἕνωσις «ΚΟΣΜΑΣ ΦΛΑΜΙΑΤΟΣ», «Οἱ βασικές κακοδοξίες τοῦ
αἱρετικοῦ ἐπισκόπου κ. Ζηζιούλα», Κοσμᾶς Φλαμιάτος 10 (Σεπτέμβριος-Ὀκτώβριος 2011) 15.
[14] ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ, Τό κείμενο τῆς Ραβέννας καί τό πρωτεῖο τοῦ Πάπα,Ἅγιον Ὄρος, 30 Δεκεμβρίου 2007, Ἐν Συνειδήσει. Οἰκουμενισμός. Ἱστορική καί κριτική προσέγγιση, ἔκδ. Ἱ. Μ. Μ. Μετεώρου, Ἅγια Μετέωρα, Ἰούνιος 2009, σσ. 90-99, http://aktines.blogspot.gr/2013/08/blog-post_663.html.
[15]ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΡΟΥΣΣΗΣ κ. ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟΣ, «Ἡ
ἄρνηση ἀναγνωρίσεως πρωτείου τινός στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἑνός
πρωτείου τό ὁποῖο δέν μπορεῖ νά ἐνσαρκώσει παρά κάποιος Πρῶτος –
τουτέστι κάποιος Ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος ἔχει τό προνόμιο νά εἶναι ὁ πρῶτος
μεταξύ τῶν ἀδελφῶν του Ἐπισκόπων – συνιστᾶαἵρεση. Εἶναι ἀπαράδεκτο αὐτό
πού συνήθως λέγεται ὅτι ἡ ἑνότητα μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων διασφαλίζεται
εἴτε ὑπό μιᾶς κοινῆς πίστεως καί λατρείας εἴτε ὑπό τοῦ θεσμοῦ τῆς
Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Καί οἱ δύο αὐτοί παράγοντες εἶναι ἀπρόσωποι, ἐνῶ
στήν ὀρθόδοξη θεολογία μας ἡ ἀρχή τῆς ἑνότητάς μας εἶναι πάντοτε ἕνα
πρόσωπο. Πράγματι, ὅπως στό ἐπίπεδο τῆς Ἁγίας Τριάδος ἡ ἀρχή τῆς
ἑνότητας δέν εἶναι ἡ θεία οὐσία, ἀλλά τό πρόσωπο τοῦ Πατρός (ἡ
«μοναρχία» τοῦ Πατρός), ἔτσι καί στό ἐκκλησιολογικό ἐπίπεδο, στήν τοπική
ἐκκλησία, τό σημεῖο τῆς ἑνότητας δέν εἶναι τό πρεσβυτέριο ἤ ἡ κοινή
λατρεία τῶν χριστιανῶν, ἀλλά τό πρόσωπο τοῦ Ἐπισκόπου. Ἑπομένως, ἐπί
πανορθοδόξου ἐπιπέδου ἡ ἀρχή τῆς ἑνότητας δέν μπορεῖ νά στηρίζεται ἐπί
μιᾶς ἰδέας ἤ ἑνός θεσμοῦ, ἀλλά πρέπει νά εἶναι κάποιο πρόσωπο, ἄν βέβαια
θέλουμε νά παραμείνουμε συνεπεῖς στή θεολογία μας», ἐν Ἐπίσκεψις
698 [31-03-2009], Σύναξη Κληρικῶν καί Μοναχών, ««Οὐκ ἐσμέν τῶν Πατέρων
σοφώτεροι»˙ ἀναίρεση τῆς ἐπιχειρηματολογίας τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μέ ἀφορμή
τήν ὁμιλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στή Μεγίστη
Λαύρα», Φώτης Κόντογλου, έκδ. Σύναξη Ὀρθοδόξων Ρωμηῶν, Τρίκαλα, Χριστούγεννα 2011, σ. 82 καί Ὀρθόδοξος Τύπος (2-12-2011) 6 καί Θεοδρομία
ΙΓ΄ (Ὀκτώβριος-Δεκέμβριος 2011) 635-636. ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΡΟΥΣΗΣ κ.
ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟΣ, Primus sine paribus, Ἀπάντησις εἰς τό περὶ πρωτείου
κείμενον τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας 8-1-2014,
http://www.amen.gr/article/rimus-sine-paribus-apantisis-eis-to-per-prwteiou-keimenon-tou-patriarxeiou-mosxas